Αγιότητα και Οικολογία
(Ο άγιος μάρτυς Τρύφων - 1 Φεβρουαρίου)
Αρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα Επικ. Καθηγητού Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Οι άγιοι του Θεού, «ζώα θεούμενα» και άνθη πνευματικά στο θεϊκό παράδεισο, δε χρειάστηκαν στη μαρτυρία τους, στο μαρτύριό τους και στον εν Κυρίω ταπεινό δρόμο της αγιοσύνης τους τα δεκανίκια της απατηλής κοσμικής αυτοεπιβεβαίωσης ή τους πρόσκαιρους στηριγμούς της έξωθεν αναγνώρισης. Είτε από αρχοντικές γενιές προερχόμενοι, είτε ταπεινοί και άσημοι χωρικοί όντες, μόνο το θαύμα της πνευματικής τους εν Χριστώ αλλοίωσης κράτησαν ατίμητο θησαύρισμα και κατείχαν τεκμήριο θείας αξίας. Έτσι έζησαν ταπεινά και γνήσια και πέθαναν ηρωικά, φιλιωμένοι με το Θεό, τους ανθρώπους και την κτίση. Ο άγιος μάρτυς του Χριστού Τρύφων είναι παράδειγμα ιδανικό αυτής της θείας μυστικής φιλίωσης του ανθρώπου με τα λογικά όντα και την άλογη φύση. Καταγόταν από τη Λάμψακο της Φρυγίας και, βόσκοντας χήνες μέσα στο φυσικό περιβάλλον της δημιουργίας του Θεού, δεν στερήθηκε, εξαιτίας της ευτελούς τέχνης του, του εμπλησμού της χάριτος του παναγίου Πνεύματος. Έτσι έλαβε το χάρισμα και εν ζωή να βοηθά τους ανθρώπους στα λυπηρά ζητήματα που αφορούσαν τα ζώα τους και τα κτήματά τους, αλλά και μετά το μαρτυρικό του θάνατο να είναι καταφυγή τους σε κάθε σχετική ανάγκη με τα αποδιδόμενα σ’ αυτόν ευχετικά και εξορκιστικά παντός κακού κείμενα του ευχολογίου της Εκκλησίας μας. Άνθρωπος λοιπόν και δημιουργήματα, άνθρωπος και κτίση επιστρέφουν στη φιλίωση της προπτωτικής κατάστασης. Στην ευλογία της εντολής του Θεού «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» την κτίση, που είναι ο φίλος, ο συνοδοιπόρος, ο παροχεύς του λογικού ανθρώπου στις ποικίλες υλικές του ανάγκες. Στην πρώτη εκείνη οικεία ονοματοδοσία των κτηνών ενώπιον του «βασιλέως» της κτίσης ανθρώπου και στην ειρηναία συμβίωσή τους δεν άργησε να εισέλθει το δηλητήριο της παρακοής στο θέλημα του Θεού. Η εγωτική συναρπαγή του ανθρώπου ανέτρεψε την υπαρξιακή ισορροπία και του ίδιου, αλλά και του περιβάλλοντός του. Ο άνθρωπος εν τω ιδρώτι του προσώπου τρώγει τον άρτο και εν λύπαις γεννά τα τέκνα του. Η κτίση τραχύνεται, αγριεύει, συμπάσχει και συνοδυνάται άχρι του νυν με τον πεπτωκότα άνθρωπο. Και τον εκδικείται επιμένοντα στην πτώση. Και ο άνθρωπος γίνεται και θηριώδης και δαιμονιώδης αφιστάμενος του Θεού και εμμένοντας στην προσπάθειά του να καταχράται αγρίως και όχι να χράται ταπεινώς την κτίση, να βιάζει και όχι να εργάζεται αυτήν, να κατακυριεύει και όχι να κυριεύει αυτής, να την προδίδει και όχι να την φυλάττει. Γι’ αυτό και όσες προσπάθειες κοσμικές γίνονται, στηριγμένες στις «ξύλινες» (σε θεωρία και πράξη) απολυτότητες της σύγχρονης οικολογίας, αποδίδουν από πολύ λίγα μέχρι μηδενικά αποτελέσματα. Και τούτο γιατί στηρίζονται στην εκζήτηση του σεβασμού προς την κτίση, παραγνωρίζοντας όμως ότι κοντράρονται αναπότρεπτα με τις εμπαθείς εξουσιαστικές τάσεις παράχρησης της δημιουργίας, που πηγάζουν από ψυχές χωρίς μετάνοια, χωρίς κάθαρση, χωρίς φωτισμό, χωρίς αγάπη. Μόνο η αγιότητα και το ήθος της, όπως το βλέπουμε να διαζωγραφείται στα χαρίσματα του μνημονευόμενου αγίου Τρύφωνα, έχει τη δυνατότητα χαρισματικά να διδάξει την αληθή οικολογία, τη γνήσια αγαπητική μέριμνα του ανθρώπου για τη δημιουργία του Θεού. Να φιλιώσει θεϊκά το λογικό με το άλογο. Να ισορροπήσει τις διττές ανάγκες του διασύνθετου ανθρώπου. Να ξεπεράσει τις ιδεαλιστικές και τις υλιστικές απολυτότητες. Να γκρεμίσει μέσα στη θεοποιό αλλοίωση της αγιότητας την τάση της εμπαθούς υλοποίησης του Θεού ή της πλανερής θεοποίησης της ύλης. Να καταθέσει βιωματικά την αλήθεια ότι το σώμα δεν είναι η φυλακή μιας ξένης αθάνατης ψυχής, αλλά σύζυγος ενός οικείου πνευματικού στοιχείου. Να δεηθεί γνήσια προς το Δημιουργό «υπέρ ευκρασίας αέρων, υπέρ ευφορίας των καρπών της γης και καιρών ειρηνικών». Να δώσει όλες τις καλές προϋποθέσεις για να ζήσει ο κόσμος!
Αρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα Επικ. Καθηγητού Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Οι άγιοι του Θεού, «ζώα θεούμενα» και άνθη πνευματικά στο θεϊκό παράδεισο, δε χρειάστηκαν στη μαρτυρία τους, στο μαρτύριό τους και στον εν Κυρίω ταπεινό δρόμο της αγιοσύνης τους τα δεκανίκια της απατηλής κοσμικής αυτοεπιβεβαίωσης ή τους πρόσκαιρους στηριγμούς της έξωθεν αναγνώρισης. Είτε από αρχοντικές γενιές προερχόμενοι, είτε ταπεινοί και άσημοι χωρικοί όντες, μόνο το θαύμα της πνευματικής τους εν Χριστώ αλλοίωσης κράτησαν ατίμητο θησαύρισμα και κατείχαν τεκμήριο θείας αξίας. Έτσι έζησαν ταπεινά και γνήσια και πέθαναν ηρωικά, φιλιωμένοι με το Θεό, τους ανθρώπους και την κτίση. Ο άγιος μάρτυς του Χριστού Τρύφων είναι παράδειγμα ιδανικό αυτής της θείας μυστικής φιλίωσης του ανθρώπου με τα λογικά όντα και την άλογη φύση. Καταγόταν από τη Λάμψακο της Φρυγίας και, βόσκοντας χήνες μέσα στο φυσικό περιβάλλον της δημιουργίας του Θεού, δεν στερήθηκε, εξαιτίας της ευτελούς τέχνης του, του εμπλησμού της χάριτος του παναγίου Πνεύματος. Έτσι έλαβε το χάρισμα και εν ζωή να βοηθά τους ανθρώπους στα λυπηρά ζητήματα που αφορούσαν τα ζώα τους και τα κτήματά τους, αλλά και μετά το μαρτυρικό του θάνατο να είναι καταφυγή τους σε κάθε σχετική ανάγκη με τα αποδιδόμενα σ’ αυτόν ευχετικά και εξορκιστικά παντός κακού κείμενα του ευχολογίου της Εκκλησίας μας. Άνθρωπος λοιπόν και δημιουργήματα, άνθρωπος και κτίση επιστρέφουν στη φιλίωση της προπτωτικής κατάστασης. Στην ευλογία της εντολής του Θεού «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» την κτίση, που είναι ο φίλος, ο συνοδοιπόρος, ο παροχεύς του λογικού ανθρώπου στις ποικίλες υλικές του ανάγκες. Στην πρώτη εκείνη οικεία ονοματοδοσία των κτηνών ενώπιον του «βασιλέως» της κτίσης ανθρώπου και στην ειρηναία συμβίωσή τους δεν άργησε να εισέλθει το δηλητήριο της παρακοής στο θέλημα του Θεού. Η εγωτική συναρπαγή του ανθρώπου ανέτρεψε την υπαρξιακή ισορροπία και του ίδιου, αλλά και του περιβάλλοντός του. Ο άνθρωπος εν τω ιδρώτι του προσώπου τρώγει τον άρτο και εν λύπαις γεννά τα τέκνα του. Η κτίση τραχύνεται, αγριεύει, συμπάσχει και συνοδυνάται άχρι του νυν με τον πεπτωκότα άνθρωπο. Και τον εκδικείται επιμένοντα στην πτώση. Και ο άνθρωπος γίνεται και θηριώδης και δαιμονιώδης αφιστάμενος του Θεού και εμμένοντας στην προσπάθειά του να καταχράται αγρίως και όχι να χράται ταπεινώς την κτίση, να βιάζει και όχι να εργάζεται αυτήν, να κατακυριεύει και όχι να κυριεύει αυτής, να την προδίδει και όχι να την φυλάττει. Γι’ αυτό και όσες προσπάθειες κοσμικές γίνονται, στηριγμένες στις «ξύλινες» (σε θεωρία και πράξη) απολυτότητες της σύγχρονης οικολογίας, αποδίδουν από πολύ λίγα μέχρι μηδενικά αποτελέσματα. Και τούτο γιατί στηρίζονται στην εκζήτηση του σεβασμού προς την κτίση, παραγνωρίζοντας όμως ότι κοντράρονται αναπότρεπτα με τις εμπαθείς εξουσιαστικές τάσεις παράχρησης της δημιουργίας, που πηγάζουν από ψυχές χωρίς μετάνοια, χωρίς κάθαρση, χωρίς φωτισμό, χωρίς αγάπη. Μόνο η αγιότητα και το ήθος της, όπως το βλέπουμε να διαζωγραφείται στα χαρίσματα του μνημονευόμενου αγίου Τρύφωνα, έχει τη δυνατότητα χαρισματικά να διδάξει την αληθή οικολογία, τη γνήσια αγαπητική μέριμνα του ανθρώπου για τη δημιουργία του Θεού. Να φιλιώσει θεϊκά το λογικό με το άλογο. Να ισορροπήσει τις διττές ανάγκες του διασύνθετου ανθρώπου. Να ξεπεράσει τις ιδεαλιστικές και τις υλιστικές απολυτότητες. Να γκρεμίσει μέσα στη θεοποιό αλλοίωση της αγιότητας την τάση της εμπαθούς υλοποίησης του Θεού ή της πλανερής θεοποίησης της ύλης. Να καταθέσει βιωματικά την αλήθεια ότι το σώμα δεν είναι η φυλακή μιας ξένης αθάνατης ψυχής, αλλά σύζυγος ενός οικείου πνευματικού στοιχείου. Να δεηθεί γνήσια προς το Δημιουργό «υπέρ ευκρασίας αέρων, υπέρ ευφορίας των καρπών της γης και καιρών ειρηνικών». Να δώσει όλες τις καλές προϋποθέσεις για να ζήσει ο κόσμος!