Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

Αγιότητα και Οικολογία (Ο άγιος μάρτυς Τρύφων - 1 Φεβρουαρίου)
Αρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα Επικ. Καθηγητού Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Οι άγιοι του Θεού, «ζώα θεούμενα» και άνθη πνευματικά στο θεϊκό παράδεισο, δε χρειάστηκαν στη μαρτυρία τους, στο μαρτύριό τους και στον εν Κυρίω ταπεινό δρόμο της αγιοσύνης τους τα δεκανίκια της απατηλής κοσμικής αυτοεπιβεβαίωσης ή τους πρόσκαιρους στηριγμούς της έξωθεν αναγνώρισης. Είτε από αρχοντικές γενιές προερχόμενοι, είτε ταπεινοί και άσημοι χωρικοί όντες, μόνο το θαύμα της πνευματικής τους εν Χριστώ αλλοίωσης κράτησαν ατίμητο θησαύρισμα και κατείχαν τεκμήριο θείας αξίας. Έτσι έζησαν ταπεινά και γνήσια και πέθαναν ηρωικά, φιλιωμένοι με το Θεό, τους ανθρώπους και την κτίση. Ο άγιος μάρτυς του Χριστού Τρύφων είναι παράδειγμα ιδανικό αυτής της θείας μυστικής φιλίωσης του ανθρώπου με τα λογικά όντα και την άλογη φύση. Καταγόταν από τη Λάμψακο της Φρυγίας και, βόσκοντας χήνες μέσα στο φυσικό περιβάλλον της δημιουργίας του Θεού, δεν στερήθηκε, εξαιτίας της ευτελούς τέχνης του, του εμπλησμού της χάριτος του παναγίου Πνεύματος. Έτσι έλαβε το χάρισμα και εν ζωή να βοηθά τους ανθρώπους στα λυπηρά ζητήματα που αφορούσαν τα ζώα τους και τα κτήματά τους, αλλά και μετά το μαρτυρικό του θάνατο να είναι καταφυγή τους σε κάθε σχετική ανάγκη με τα αποδιδόμενα σ’ αυτόν ευχετικά και εξορκιστικά παντός κακού κείμενα του ευχολογίου της Εκκλησίας μας. Άνθρωπος λοιπόν και δημιουργήματα, άνθρωπος και κτίση επιστρέφουν στη φιλίωση της προπτωτικής κατάστασης. Στην ευλογία της εντολής του Θεού «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» την κτίση, που είναι ο φίλος, ο συνοδοιπόρος, ο παροχεύς του λογικού ανθρώπου στις ποικίλες υλικές του ανάγκες. Στην πρώτη εκείνη οικεία ονοματοδοσία των κτηνών ενώπιον του «βασιλέως» της κτίσης ανθρώπου και στην ειρηναία συμβίωσή τους δεν άργησε να εισέλθει το δηλητήριο της παρακοής στο θέλημα του Θεού. Η εγωτική συναρπαγή του ανθρώπου ανέτρεψε την υπαρξιακή ισορροπία και του ίδιου, αλλά και του περιβάλλοντός του. Ο άνθρωπος εν τω ιδρώτι του προσώπου τρώγει τον άρτο και εν λύπαις γεννά τα τέκνα του. Η κτίση τραχύνεται, αγριεύει, συμπάσχει και συνοδυνάται άχρι του νυν με τον πεπτωκότα άνθρωπο. Και τον εκδικείται επιμένοντα στην πτώση. Και ο άνθρωπος γίνεται και θηριώδης και δαιμονιώδης αφιστάμενος του Θεού και εμμένοντας στην προσπάθειά του να καταχράται αγρίως και όχι να χράται ταπεινώς την κτίση, να βιάζει και όχι να εργάζεται αυτήν, να κατακυριεύει και όχι να κυριεύει αυτής, να την προδίδει και όχι να την φυλάττει. Γι’ αυτό και όσες προσπάθειες κοσμικές γίνονται, στηριγμένες στις «ξύλινες» (σε θεωρία και πράξη) απολυτότητες της σύγχρονης οικολογίας, αποδίδουν από πολύ λίγα μέχρι μηδενικά αποτελέσματα. Και τούτο γιατί στηρίζονται στην εκζήτηση του σεβασμού προς την κτίση, παραγνωρίζοντας όμως ότι κοντράρονται αναπότρεπτα με τις εμπαθείς εξουσιαστικές τάσεις παράχρησης της δημιουργίας, που πηγάζουν από ψυχές χωρίς μετάνοια, χωρίς κάθαρση, χωρίς φωτισμό, χωρίς αγάπη. Μόνο η αγιότητα και το ήθος της, όπως το βλέπουμε να διαζωγραφείται στα χαρίσματα του μνημονευόμενου αγίου Τρύφωνα, έχει τη δυνατότητα χαρισματικά να διδάξει την αληθή οικολογία, τη γνήσια αγαπητική μέριμνα του ανθρώπου για τη δημιουργία του Θεού. Να φιλιώσει θεϊκά το λογικό με το άλογο. Να ισορροπήσει τις διττές ανάγκες του διασύνθετου ανθρώπου. Να ξεπεράσει τις ιδεαλιστικές και τις υλιστικές απολυτότητες. Να γκρεμίσει μέσα στη θεοποιό αλλοίωση της αγιότητας την τάση της εμπαθούς υλοποίησης του Θεού ή της πλανερής θεοποίησης της ύλης. Να καταθέσει βιωματικά την αλήθεια ότι το σώμα δεν είναι η φυλακή μιας ξένης αθάνατης ψυχής, αλλά σύζυγος ενός οικείου πνευματικού στοιχείου. Να δεηθεί γνήσια προς το Δημιουργό «υπέρ ευκρασίας αέρων, υπέρ ευφορίας των καρπών της γης και καιρών ειρηνικών». Να δώσει όλες τις καλές προϋποθέσεις για να ζήσει ο κόσμος!
ΔΙΑΒΑΣΤΕ" "

Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

Διδαχές Γερόντων

Διδαχές Γερόντων για το θάνατο, για την ψυχή, για τη φιλαργυρία, τους σύγχρονους ανθρώπους, για την Ορθοδοξία, την αντιμετώπιση των αιρετικών, για τη φύση και τη σημερινή Ελλάδα. α’.

Για το θάνατο
 1. Ο Γέροντας Φιλόθεος έλεγε ότι ο άνθρωπος στην παρούσα ζωή περνάει από πολλές δυσκολίες, τις όποιες πρέπει να αντιμετωπίζει με πίστη στο Θεό. Ειδικό­τερα τόνιζε: «Ή παρούσα πρόσκαιρη ζωή μοιάζει με θά­λασσα και εμείς οι άνθρωποι είμαστε πλοιάρια. Και όπως τα πλοία πού ταξιδεύουν στη θάλασσα δεν συναντούν μό­νο γαλήνη αλλά πολλές φορές συναντούν ισχυρούς ανέ­μους και μεγάλες τρικυμίες και κινδυνεύουν, έτσι και ε­μείς, οι όποιοι ταξιδεύουμε στη θάλασσα της πρόσκαιρης ζωής, συναντούμε πολλές φορές ισχυρούς ανέμους, και μεγάλες τρικυμίες, σκάνδαλα, πειρασμούς, ασθένειες, θλί­ψεις, στενοχώριες, διωγμούς και διάφορους κινδύνους. Δεν πρέπει όμως να δειλιάζουμε. Να έχουμε θάρρος, αν­δρεία, πίστη. Και αν ως άνθρωποι ολιγόψυχοι και ολιγόπιστοι δειλιάσουμε στους κινδύνους, να φωνάξουμε στο Χριστό όπως ό Πέτρος και εκείνος θα απλώσει το χέρι του και θα μας βοηθήσει».
 2. Οι Γέροντες αντιμετώπιζαν το θάνατο με γενναιό­τητα και βαθιά πίστη στην αιώνια ζωή. Ενδιαφέροντα τα όσα έλεγε παραβολικά ο Γέροντας Γεώργιος, καθώς αισθανόταν ότι το τέλος της επίγειας ζωής του ήταν πολύ κοντά: «Πρέπει να φύγω. Είναι θέλημα Θεού και πρέπει να φύγω, γιατί η αμαρτία προχώρησε πολύ. Μέσα στο βούρκο της αμαρτίας κυλιέται ο κόσμος και δεν το κατα­λαβαίνει. Και αυτά έμενα με κουράζουν. Πρέπει να φύγω. Εκείνο πού λυπάμαι όμως είναι τα δέντρα πού φύτεψα στο περιβόλι, γιατί είναι ακόμα μικρά και αδύνατα. Δεν πρόλαβαν να μεστώσουν, να γίνουν δέντρα με γερό κορμό και με τον πρώτο αέρα θα λυγίσουν». «Έκανα ένα κοπάδι πρόβατα και είμαι τσοπάνος και φροντίζω τα πρόβατα μου να είναι όπως εγώ τα θέλω. Όταν όμως θα φύγω, το κοπάδι μου θα σκορπίσει. Θα μείνουν βέβαια πρόβατα στη μάντρα μου, αλλά πολλά θα φύγουν και θα ταλαν­τεύονται εδώ και εκεί. Θα έρθουν και ξένα πρόβατα στη μάντρα μου και θα διδαχτούν από τα πιστά μου πρόβατα και δεν θα λυγίσουν με κανένα τρόπο». Και άλλοτε έλεγε σε πνευματικά του τέκνα: «Μη στενοχωριέστε, γιατί όλοι θα φύγουμε από εδώ. Περαστικοί διαβάτες είμαστε. Εδώ ήρθαμε για να δείξουμε τα έργα μας και να φύγουμε».
 3. Για τη μνήμη του θανάτου, ό Γέροντας Δανιήλ έλεγε: «Όταν θυμάμαι το θάνατο, πατώ την αλαζονεία μου, κατανοώ ότι δεν είμαι τίποτα, συναισθάνομαι ότι ό πλούτος, η τιμή και η φθαρτή φαντασία είναι μάταια και ανωφελή και μόνο η ταπεινή επίγνωση του εαυτού μου και ή αγάπη του πλησίον μου και τα παραπλήσια με αυτά καλά μπορούν να με βοηθήσουν κατά την ώρα της εξόδου μου. Όταν όμως αποχαιρετήσω τη μνήμη του θανάτου, τότε και το λογιστικό και το επιθυμητικό και το θυμικό της ψυχής μου γεμίζουν με ξένους και αντίξοους λογισμούς και γίνομαι χλεύη ανθρώπων και δαιμόνων».
 4. Σε ερώτηση κάποιας γυναίκας αν είναι αμαρτία η επιθυμία του θανάτου, ό Γέροντας Ιωήλ απάντησε: «Αν επιθυμείς να πεθάνεις για να απαλλαγείς από τα βάσανα, βέβαια είναι αμαρτία, διότι είναι σαν να γογγύζεις κατά του Θεού πού επιτρέπει τα βάσανα σου. Αν όμως επιθυ­μείς να πεθάνεις για να μην αμαρτάνεις και λυπείς με τις αμαρτίες σου το Θεό, αυτό δεν είναι καθόλου αμαρτία. Αν πάλι επιθυμείς να πεθάνεις, διότι δεν αντέχεις το χω­ρισμό σου από το Θεό και θέλεις να μεταβείς το συντο­μότερο κοντά του, τότε η επιθυμία σου αυτή είναι τρισευλογημένη».
 5. Ρώτησαν το Γέροντα Επιφάνιο αν φοβάται το θάνατο και εκείνος απάντησε: «Το θάνατο δεν τον φοβά­μαι, όχι βέβαια ένεκα των έργων μου, αλλά επειδή πιστεύω στο έλεος του Θεού».
 6. Έλεγε ό Γέροντας Αμφιλοχίας: «Με τη χάρη του Θεού ο άνθρωπος πετυχαίνει την πνευματική του ανύ­ψωση, μεταμορφώνεται, γίνεται άλλος άνθρωπος, του φεύγει ό φόβος. Δεν φοβάται το θάνατο και τούτη τη ζωή, όσο καλή και αν φαίνεται, τη θεωρεί σκλαβιά». β’.

Για την ψυχή

 1. Ό Γέροντας Πορφύριος είχε παρακολουθήσει μερικά μαθήματα ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο, για να του λυθεί ή απορία, πώς είναι δυνατό να υπάρχουν ψυχία­τροι πού δεν πιστεύουν στην ύπαρξη της ψυχής. Και συμ­πέρανε: «Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι μοιάζουν με τον τυφλό, πού με την αφή προσπαθεί να καταλάβει τα πράγ­ματα πού βρίσκονται γύρω του. Ή ψυχή είναι πολύ βαθιά και μόνο ό Θεός τη γνωρίζει».
 2. Για την αξία της ψυχής, ο Γέροντας Ιωήλ έλεγε: «Η αξία της ψυχής είναι άπειρη. Και είναι προφανές τούτο. Όταν θέλουμε να καθαρίσουμε ένα ύφασμα, ποτέ δεν θα χρησιμοποιήσουμε σαπούνι ακριβότερο από το ύφασμα. Το σαπούνι πού θα χρησιμοποιήσουμε θα είναι φθηνότερο από το ύφασμα ή, το πολύ – πολύ, ίσης αξίας. Με τι πλύθηκε και καθαρίστηκε η ανθρώπινη ψυχή; Με το αίμα του Κυρίου! πόση είναι η αξία του αίματος του Κυρίου; Άπειρη! Άρα άπειρη πρέπει να είναι και η αξία της ανθρώπινης ψυχής πού καθαρίστηκε με αυτό». γ’.

Η φιλαργυρία 

 1. Για τους ανθρώπους πού είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά, ό Γέροντας Παίσιος τόνιζε: «Ο κυριευμέ­νος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στε­νοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή. Ο τσιγκούνης πάλι, πού αγκύλωσε το χέρι του από το πολύ σφίξιμο, έσφιξε και την καρδιά του και την έκανε πέτρινη. Για να θερα­πευθεί θα πρέπει να επισκεφθεί δυστυχισμένους ανθρώ­πους, να πονέσει, οπότε θα αναγκασθεί να ανοίξει σιγά — σιγά το χέρι του, και θα μαλακώσει τότε και η πέτρινη καρδιά του και θα γίνει καρδιά ανθρώπινη και έτσι θα του ανοιχθεί και η πύλη του Παραδείσου».
 2. Ό Γέροντας Πορφύριος έλεγε: «Το αν θα πάμε στον Παράδεισο ή στην κόλαση, δεν εξαρτάται από το αν έχουμε λίγα ή πολλά χρήματα, αλλά από τον τρόπο πού θα χρησιμοποιήσουμε αυτά πού έχουμε. Τα χρήματα, τα κτήματα και όλα τα υλικά αγαθά δεν είναι δικά μας, του Θεού είναι, εμείς έχουμε μόνο τη διαχείριση τους. Πρέπει να ξέρουμε ότι ο Θεός θα μας ζητήσει λογαριασμό και για την τελευταία δραχμή μας, αν τη διαθέσαμε σύμ­φωνα με το θέλημα του ή όχι». δ’.

Οι σύγχρονοι άνθρωποι 

 1. «Οι άνθρωποι σήμερα, έλεγε ο Γέροντας Φιλό­θεος, είναι ακράτητοι. Λαός και κλήρος, σαν αχαλίνωτα αλόγα, τρέχουν στην αμαρτία. Δεν συλλογίζονται το Θεό, το θάνατο, την κρίση, την ανταπόδοση, τίποτα – τίποτα, μόνο για την ύλη ενδιαφέρονται, για το σώμα, για τις ηδονές, για τις τιμές. Πολύ λίγοι είναι εκείνοι πού έχουν αληθινά ενδιαφέροντα και ίσως για χάρη αυτών των λίγων κρατάει ο Θεός τον κόσμο».
 2. Ο Γέροντας Π αίσιος έλεγε: «Όσοι αναπαύονται μέσα στον υλικό κόσμο και δεν ανησυχούν για τη σωτη­ρία της ψυχής τους, μοιάζουν με τα ανόητα πουλάκια πού δεν θορυβούν μέσα στο αυγό, για να σπάσουν το τσόφλι, να βγουν έξω να χαρούν τον ήλιο — το ουράνιο πέταγμα στην παραδεισένια ζωή – αλλά παραμένουν ακίνητα και πεθαίνουν μέσα στο τσόφλι του αυγού».
 3. «Οι κοσμικοί άνθρωποι με κουράζουν, έλεγε ό Γέ­ροντας Αμφιλόχιος, γιατί όσα έχουν μέσα τους απο­θηκευμένα, έρχονται πάνω μου σαν ηλεκτρικά κύματα».
 4. Έλεγε ό Γέροντας Πορφύριος: «Σήμερα οι άν­θρωποι ζητούν να τους αγαπήσουν και γι’ αυτό αποτυγχά­νουν. Το σωστό είναι να μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς το Χριστό και τους ανθρώπους. Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή».
 5. Για τους σημερινούς ανθρώπους, ο Γέροντας της Δράμας Γεώργιος έλεγε: «Ο κόσμος έχει φύγει από την αθωότητα και την καλοσύνη. Κάθε μέρα φροντίζει να βα­δίζει προς το κακό. Όσο περνούν τα χρόνια, βαδίζει στην καταστροφή και ο Θεός δεν το θέλει αυτό».
 6. Για την ευγένεια των ανθρώπων της εποχής μας, ο Γέροντας Π αίσιος υπογράμμιζε: «Κάνει πολύ κακό η κοσμική ευγένεια πού υποκρίνεται, γιατί ξεγελιέται κανείς και ανοίγει την καρδιά του στον κοσμικό άνθρωπο και τελικά χαραμίζει την ευλάβεια του, γιατί εκείνος δεν ξέρει τι θα πει ευλάβεια. Είναι σαν να δίνει χρυσές λίρες σε ανθρώπους πού ξέρουν μόνο τις μπρούντζινες δραχμές». 7. Ό Γέροντας Φιλόθεος έλεγε: «Οι χριστιανοί διαιρούνται σε δύο τάξεις. Είναι οι αγράμματοι και οι εγγράμματοι. Οι περισσότεροι αγράμματοι είναι άπιστοι, δεν γνωρίζουν ότι υπάρχει Θεός, τι είναι ο Θεός και τι είναι η πίστη. Μαθαίνουν όμως τόσα παραμύθια, τόσα άσεμνα τραγούδια, τόσους χορούς! Οι περισσότεροι εγγράμματοι είναι τελείως άπιστοι. Έκτος από λίγες εξαιρέσεις, οι περισσότεροι είναι κούτσουρα! Ποτέ τους δεν προσεύχονται και ντρέπονται να κάνουν το σταυρό τους». ε’.
Για την Ορθοδοξία 

 1. Έλεγε ό Γέροντας Πορφύριος: «Η αλήθεια εί­ναι στην Ορθοδοξία. Εγώ την έχω ζήσει και την ξέρω με τη χάρη του Θεού. Υπάρχουν πολλά φώτα πού βλέπει κανείς και εντυπωσιάζεται, μα ένα είναι το αληθινό φως».
 2. Τη δυσάρεστη κατάσταση πού υπάρχει στην Εκ­κλησία μας, ο Γέροντας Παΐσιος την περιέγραφε ως έξης: «Δυστυχώς στην εποχή μας έχουμε πολλούς πού ταράσσουν τη μητέρα Εκκλησία. Όσοι από αυτούς είναι μορφωμένοι, έπιασαν το δόγμα με το μυαλό και όχι με το πνεύμα των άγιων Πατέρων. Οι δε άλλοι πού είναι αγράμ­ματοι, έπιασαν το δόγμα με τα δόντια, γι’ αυτό και τρίζουν τα δόντια, όταν συζητούν εκκλησιαστικά θέματα και έτσι δημιουργείται μεγαλύτερη ζημιά από αυτούς στην Εκκλη­σία παρά από τους πολέμιους πού είναι εκτός». στ’.

Αντιμετώπιση αιρετικών 

 1. Για την αντιμετώπιση των Ιεχωβάδων, ο Γέροντας Πορφύριος τόνιζε: «Ταλαίπωροι είναι οι ψευδομάρτυρες του Ιεχωβά και ό Θεός να τους ελεήσει. Μερικοί χριστιανοί αγανακτούν από αυτούς, άλλοι πάλι τσακώνον­ται μαζί τους και τους βρίζουν και άλλοι τους καταδιώ­κουν στα δικαστήρια. Όμως δεν καταπολεμείται έτσι ό χιλιασμός. Μόνο όταν αγιασθούμε εμείς, καταπολεμείται».
 2. Ο Γέροντας Παΐσιος έλεγε: «Αυτό πού επιβάλ­λεται σε κάθε ορθόδοξο είναι να βάζει την καλή ανησυχία στους ετεροδόξους, να καταλάβουν δηλαδή ότι βρίσκονται σε πλάνη για να μην αναπαύουν ψεύτικα το λογισμό τους και στερηθούν και σ’ αυτήν τη ζωή τις πλούσιες ευλογίες της Ορθοδοξίας και στην άλλη ζωή στερηθούν τις περισ­σότερες και αιώνιες ευλογίες του Θεού».
 3. «Για να αναιρεθούν όλες οι ανοησίες πού γράφον­ται κατά του χριστιανισμού, έλεγε ο Γέροντας Επιφάνιος, θα πρέπει να ήσαν τα βουνά μυαλά, τα δέντρα κονδυλοφόροι, ή θάλασσα μελάνη και οι κάμποι χαρτί». ζ’.

Για τη φύση

 1. «Όταν πήγα στο μοναστήρι, διηγούνταν ο Γέρον­τας Ιάκωβος, λόγω παλαιοτέρας πυρκαγιάς, τα γύρω βουνά ήταν γυμνά και μόνο λίγα πεύκα και έλατα υπήρ­χαν. Καθώς λοιπόν πήγαινα στις διάφορες διακονίες, είχα στην τσέπη μου σπόρους από κουκουνάρια των πεύκων και τους έσπερνα σ’ όλη την περιοχή. Έκανα και προσευ­χή να διαφυλάσσεται το δάσος, κυρίως από τις πυρκαγιές, οι όποιες έχουν ως αιτία και τον φθόνο του διαβόλου, πού βάζει τα όργανα του να καταστρέφουν τα δάση».
 2. Ό Γέροντας Αμφιλόχιος έλεγε: «Όποιος φυ­τεύει δέντρο, φυτεύει ελπίδα, ειρήνη, αγάπη και έχει τις ευλογίες του Θεού».
 3. Αξιοπρόσεκτη η προφητεία του Γέροντα Γεωρ­γίου: «Θα έρθει εποχή πού θα πλησιάζετε τα δέντρα και δεν θα μπορείτε να φάτε φρούτα». η’.

Η σημερινή Ελλάδα 

 1. Ο Γέροντας Επιφάνιος έλεγε: «Πονώ και αγω­νιώ για την πορεία του ελληνικού Έθνους, το όποιο συνε­χώς αφελληνίζεται, αποχριστιανίζεται, αποχρωματίζεται, αποκόπτεται από τις ρίζες του και χάνει τα στοιχεία της ταυτότητας του».
 2. «Η χώρα μας, έλεγε ο Γέροντας Αμφιλόχιος, είναι σκεπασμένη με τους πάγους του υλισμού και της αθεΐας και καλούμαστε όλοι να συμβάλουμε στη διάλυση τους. Μόνο όταν φύγουν οι πάγοι αυτοί, θα μπορέσουμε να βρούμε και να χαρούμε ξανά τη γη εκείνη την πραγμα­τική, την όποια καλλιέργησαν αποστολικά άροτρα και την πότισαν αίματα Μαρτύρων και ιδρώτες Όσιων. Τότε μόνο ο νοητός ήλιος θα θερμάνει την ελληνική γη και αμέσως θα βλαστήσει, θα ανθίσει και θα καρποφορήσει, όπως και άλλοτε, προς δόξαν Θεού».
 3. «Το μπαστούνι του Θεού για μας τους Έλληνες, όταν φεύγουμε από το δρόμο του και πέφτουμε στην ασέ­βεια και αμαρτία, είναι οι Τούρκοι», έλεγε ο Γέροντας της Αίγινας Ιερώνυμος.
 4. Κάποιος ρώτησε το Γέροντα Πορφύριο τι πρέπει να ψηφίσει στις βουλευτικές εκλογές κι εκείνος του απάν­τησε παραβολικά: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι σαν την κλώσσα. Κάτω από τα φτερά της σκεπάζει και άσπρα πουλάκια και μαύρα πουλάκια και κίτρινα και κάθε χρώ­ματος πουλάκια». Και άλλοτε είπε για τους πολιτικούς: «Τι να σου κάνουν και οι πολιτικοί; Είναι μπερδεμένοι με τα ψυχικά τους πάθη. Όταν ένας άνθρωπος δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του, πώς θα μπορέσει να βοηθήσει τους άλλους; Φταίμε και εμείς για την κατάσταση αυτή. Αν ήμασταν αληθινοί χριστιανοί, θα μπορούσαμε να στείλουμε στη βουλή, όχι βέβαια χριστιανικό κόμμα, αλ­λά χριστιανούς πολιτικούς και τα πράγματα θα ήταν δια­φορετικά».

 Από το βιβλίο «Διδαχές Γερόντων» του πρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
ΔΙΑΒΑΣΤΕ"Διδαχές Γερόντων"

Νεοειδωλολατρεία , τι είναι; (μέρος ε΄)

Νεοειδωλολατρεία , τι είναι; (μέρος ε΄) (συνέχεια από το προηγούμενο τεύχος)
 Στο προηγούμενο τεύχος, προ-σπαθήσαμε να δείξουμε πως ο βυζαντι-νός πολιτισμός και ο χριστιανισμός ειδικότερα ,ουδέποτε υπήρξαν αρωγοί ενός καταστρεπτικού ρεύματος εναντίον του εθνικού κόσμου και των έργων του. Έτσι λοιπόν συνεχίζοντας, θ’ ανα-φερθούμε στο πρόσωπο του γνωστού αρχαιολόγου Άγγελου Χαρέμη, ο οποίος ερμηνεύει τη περίπτωση του Μεγάλου Θεοδοσίου,. ενός αυτοκράτορα ο οποίος έχει αδίκως κατηγορηθεί από τους νεο-παγανιστές, ως μεγάλος καταστροφέας των αρχαίων μνημείων και έργων γενικότερα. Συγκεκριμένα: στο διάταγμα του Μεγάλου Θεοδοσίου(391-393μ.Χ) αναφέρεται απαγόρευση της λατρείας σε αρχαία ιερά και την είσοδο στους ναούς. Πουθενά όμως δεν εντέλλεται την καταστροφή τους. Αυτό άλλωστε, αποδεικνύεται και από τις ανασκαφές, ότι δηλαδή δεν υπήρξε καταστροφή… Τα μεγάλα κέντρα της αρχαίας λα-τρείας, όπως οι Δελφοί , η Ολυμπία, η Δωδώνη , τα ιερά των Αθηνών , που θα έπρεπε να είχαν υποστεί την μεγαλύτερη καταστροφή, όπως αποδεικνύεται ανασκαφικά δεν έπαθαν ζημίες από ανθρώ- πινο χέρι, στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ..Εξ’ άλλου πολλοί αρχαίοι ναοί σώ-θηκαν έως τις μέρες μας , κυρίως στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία, όπου επίσης βασίλευε ο Μέγας Θεοδόσιος. Το ίδιο συνέβη και στην κυρίως Ελλάδα, όπως το συγκρότημα της Ακροπόλεως των Αθηνών, ο ναός του Ηφαίστου(Θησείο) και ο ναός του Ιλισσού. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στον Θεοδοσιακό Κώδικα(XVI 10,25) «επιτρέπεται στους χριστιανούς να μετατρέπουν τους αρχαίους ναούς σε χριστιανικούς». Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που σώθηκαν αυτούσιοι ναοί, όπως και ο αρχαίος ναός, που βρίσκεται κάτω από το ναό της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής στην Πάρο, τον οποίο ανήγειρε η Αγία Ελένη τον 4ο αιώνα μ.Χ., και ανακάλυψε ο μεγάλος αρχαιολόγος Α. Ορλάνδος. Σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο Διονύσιο Ζακυνθινό , η διάταξη αυτή έγινε για να σωθούν οι ναοί. Δεν υπήρξε καμία κρατική πολιτική που να ενθάρρυνε την καταστροφή των αρχαίων ιερών. Αυτό που στην πραγματικότητα συνέβη, ήταν καταστροφές και ακρότητες σε τοπικό επίπεδο, από φανατικούς εκκλησι-αστικούς και πολιτικούς παράγοντες. κυρίως εναντίον αγαλμάτων αρχαίων Θεοτήτων με σύνηθες το φαινόμενοτης καταστροφής των προσώπων και της κοπής της μύτης. Αυτό όμως δεν ση-μαίνει ότι κάθε κατεστραμμένο άγαλμα μαρτυρεί και χριστιανικό βανδαλισμό. Πολλά μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντι-νούπολη για το στολισμό της νέας πρω-τεύουσας. Άλλα πάλι κατεστράφησαν από άλλες αιτίες. Νομίζουμε ότι ανθρωπίνως, πρέπει να δείξουμε «κατανόηση» στις εξαγριω-μένες συμπεριφορές ορισμένων ομάδων, διότι αυτά τα γεγονότα, συμβαίνουν 75-80 χρόνια μετά από τους διωγμούς του Διοκλητιανού και του Γαλέριου (311) και 55-60 χρόνια από τον διωγμό του Λικι-νίου(320-324). Σίγουρο όμως είναι ότι ποτέ η καταστροφή εθνικών μνημείων δεν υπήρξε πολιτική του Μεγάλου Θεο-δοσίου. Όπως άλλωστε αναφέρει και ο Άγγελος Χαρέμης: «υπήρξε πίεση από την πλευρά των Χριστιανών, αλλά όχι κατευθυνόμενη βία. Δεν έγιναν διωγμοί, σαν αυτούς που είχαν υποστεί οι χριστι-ανοί μερικές δεκαετίες πριν, ούτε βίαιοι εκχριστιανισμοί, όπως τον καιρό του Καρλομάγνου της Ισπανικής reconquista κ.α.. Το περίεργο δεν είναι πως έγιναν αγριότητες, το περίεργο είναι πως έγιναν μόνο τόσες λίγες μετά από τα μαρτύρια που είχαν υποστεί οι Χριστιανοί. Σημαντική είναι η μαρτυρία του Λι-βανίου, του μεγάλου ρητοροδιδάσκα-λου(314-393) ,ο οποίος ήταν επιφανής εκπρόσωπος της φθίνουσας ελληνικής αρχαιότητας και διδάσκαλος του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Το 386 έγρα-ψε το κείμενο με τίτλο «Λόγος προς Θεο-δόσιον τον βασιλέα, «Υπέρ των Ιε-ρών»(αρ.30), προς τον αυτοκράτορα Θε-οδόσιο Α΄(379-395)και παραπονιόταν για τη στάση των φανατικών μοναχών της Αντιόχειας, έναντι των εθνικών ναών. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο πρόσωπο του Λιβανίου για τον οποίο αναφέρει ότι ήταν συνεπής οπαδός της ειδωλολατρείας(ευσεβέστατος). Πάλι ο Άγγελος Χαρέμης ρίχνει φως στα κείμενα και μας διαφωτίζει με τον ακόλουθο τρόπο: «το κείμενο του Λι-βανίου γράφτηκε το 386 , ενώ το διά-ταγμα του Μέγα Θεοδοσίου εξεδόθη το 391, δηλαδή πέντε χρόνια αργότερα. Τι συνέβη; Ο Μέγας Θεοδόσιος διόρισε ύπαρ-χο της Ανατολής τον Ίβηρα Μάτερνο Κυ-νήγιο, ο οποίος ήταν φανατικός, θρησκόληπτος και έξαλλος. Υποκίνησε τον όχλο με επικεφαλής κάποιους φανατικούς καλογέρους και άρχισαν να καταστρέφουν τα αρχαία ιερά, τα μικρά και απροστάτευτα ιερά της υπαίθρου και εν συνεχείαΚαι όταν σε λίγο πέθανε ο Μάτερνος Κυνήγιος τοποθέτησε ύπαρχο της Ανα-τολής τον σώφρονα εθνικό Εντόλμιο Τατιανό, ο οποίος έφερε την καταλλαγή. Το γεγονός ότι ο Λιβάνιος είχε καλή σχέση και με το Μέγα Θεοδόσιο, μαρ-τυρείται και από τους δύο λόγους του «Προς Θεοδόσιον τον Βασιλέα περί της στάσεως» και «Προς Θεοδόσιον τον Βασιλέα επί της διαλλαγής». Αναφέρουμε ότι στο περιοδικό «Δαυ-λός»(αρ.138/Ιούνιος 1993,σελ.8022/23) σημειώνεται: «Όλοι σχεδόν οι καταστροφείς αρχαίων Ελ-ληνικών μνημείων, είναι Χριστιανοί εξ’ Ιουδαίων δηλαδή Εβραίοι. Οι Χριστιανοί εξ’ εθνικών,δηλ. οι Έλ-ληνες ,σπάνια μετείχαν σε διωγμούς Ελλήνων». Ο ιστορικός ερευνητής Κυριάκος Σιμόπουλος στο βιβλίο του « Η λεη-λασία και καταδρομή των Ελληνικών Αρχαιοτήτων, Αθήνα 1997», αναφέρει: «Ο βυζαντινός άνθρωπος συντηρεί με ευλάβεια την παράδοση της αρχαίας ελληνικής τέχνης»(σελ. 208). Ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης(1254-1258), κατά την επίσκεψή του στην Πέργαμο, νιώθει συγκίνηση για τα αρχαία μνημεία και τα μεγαλουργήματα των προγόνων. Έχει συνείδηση τι σημαίνει Δύση, ύ-στερα από την εισβολή των Σταυροφό-ρων και τον χαλασμό της Πόλης. Επίσης το γεγονός ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος , συγκέντρωσε στην Κωνσταντινούπολη τα ωραιότερα καλ-λιτεχνήματα, δεν δείχνει ότι στην πρώτη φάση της χριστιανικής κυριαρχίας μαρτυρεί το σεβασμό προς την εθνική τέχνη, αλλά και την προσπάθεια του αυτοκράτορα να εξισορροπήσει τις α-ντιθέσεις που προκάλεσε η αναμέτρη-ση των δυο θρησκειών. Παρόλες τις επιδρομές των Δυτικών βαρβάρων , διατηρήθηκαν ανέπαφα πολλά γλυπτά, διότι οι Χριστιανοί της πρωτεύουσας θαύμαζαν τα αγάλματα που στόλιζαν την πόλη τους. Οι βυζαντινοί διανοού-μενοι και θεολόγοι, έχουν βαθιά γνώση της αρχαίας τέχνης. Αγαπητοί αναγνώστες, όσα γρά-ψαμε στα πέντε τελευταία τεύχη για την νεοειδωλολατρεία, έγινε για να αποδεί-ξουμε πως πρόκειται για ένα κίνημα φανατισμού εναντίον του χριστιανι-σμού και συνειδητής απόκρυψης της ιστορικής αλήθειας. Οι αυθεντικοί Χριστιανοί, και μάλιστα οι Έλληνες , ετίμησαν την τέχνη των προγόνων τους, και κληρονόμησαν το καλλιτεχνικό πνεύμα τους, για να προ-χωρήσουν στη δική τους (καθαρά ελ-ληνική), καλλιτεχνική δημιουργία.
Πηγή: Ο «μύθος» για την καταστροφή αρχαίων μνη-μείων από χριστιανούς του πρωτοπρεσβύτερου Γ.Μεταλληνού,ομιλία του στα πρακτικά συνεδρίου Ορθο-δόξων για φαινόμενα Νεοειδωλολατρείας, 2004
ΔΙΑΒΑΣΤΕ"Νεοειδωλολατρεία , τι είναι; (μέρος ε΄)"

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Η έννοια της θρησκείας Τ1

Η έννοια της θρησκείας και το μεγαλείο της ορθοδοξίας Η θρησκεία είναι ένα φαινόμενο πολυδιάστατο και πανανθρώπινο. Δεν είναι εύκολο να δοθεί ένας ορισμός γε-νικά αποδεκτός, γιατί εμφανίζει εξαιρετική πολυμορφία και δεν προσδιορίζεται εύκολα ως προς την ουσία του. Σύμφωνα με τους θρησκειολόγους η θρησκεία είναι η πίστη στην οποία καταλήγει ο άνθρωπος με τη βοήθεια της νόησης, της αίσθησης, της επιθυμίας να εξευμε-νίσει τις υπερφυσικές δυνάμεις, από τις οποίες αισθάνεται ότι εξαρτάται και επιδιώκει να εξευμενίσει. Κατ’ άλλους η πίστη στο «απόλυτο», το «θείο», δεν ορίζεται, αλλά βιώνεται. Στα πλαίσια της δικής μας πίστης, θρησκεία είναι η απόλυτη ανάγκη του ανθρώπου να επικοινωνεί με τον μεγάλο του συγγενή, το Θεό. Πιο συγκεκριμένα στην Κ.Δ. δια-βάζουμε: «θρησκεία καθαρά κί ἀμίαντος παρά τῷ Θεῷ καί πατρί αὓτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὁρφανούς καί χήρας ἐν τῆ θλίψει αὐτών, ἄσπιλον ἐαυτόν τηρείν ἀπό τοῦ κόσμου», δηλ. να συμπαραστέκεσθε στα ορφανά και τις χήρες όταν υποφέρουν και να διατηρείτε αγνό τον εαυτό σας από την επιρροή του αμαρτωλού κόσμου (Ιακ 10,26-27). Ο Θεός εμφύτεψε στην ψυχή του ανθρώπου την ανάγκη της αναζήτησης Του. Η θρησκευτικότητα δηλ. είναι έμφυτη και ο άνθρωπος από τη φύση του είναι θρησκευτικό όν (homo religiosus). Αυτό επισημαίνεται και από τον Πλούταρχο, όταν γράφει «εὒροις δ’ ἂν ἐπιών πόλεις ἀτειχίστους, ἀγραμμάτους, ἀβασιλεύτους, ἀοίκους… ἀνιέρου δέ πόλεως καί ἀθέου… οὐδ’ ,…ἒσται γεγονώς» δηλ. θα μπορούσες να βρεις πόλεις χωρίς τείχη, γράμματα, βασιλείς, σπίτια….αλλά δε θα δεις πόλεις χωρίς ιερά και θεούς. Η θρησκεία επηρεάζει σημαντικά τον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του ανθρώπου και κατά συνέπεια τον πολι-τισμό των λαών. Στην πορεία της αν-θρώπινης ιστορίας πολλές θρησκείες επηρέασαν ανθρώπους και κοινωνικο-πολιτικές καταστάσεις. Ο Ιουδαϊσμός, Ισλαμισμός, Ινδουϊσμός, Βουδισμός, Χριστιανισμός. Καλό θα είναι να γνωρί-ζουμε επιγραμματικά και άλλες θρησκείες, για να μπορέσουμε να κάνουμε σύγκριση με την Ορθοδοξία μας. Τον ανεκτίμητο και ανεξάντλητο αυτόν θησαυρό που μας αποκάλυψε ο Θεός, τον ενστερνίστηκαν οι άγιοι Του και με το αίμα τους, που εξακολουθεί να κοχλάζει στις φλέβες τις Ορθοδοξίας, τον παρέδωσαν σε μας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ"Η έννοια της θρησκείας Τ1"

Συνολικές προβολές σελίδας